scroll

Πέμπτη 13 Δεκεμβρίου 2012

Παρετυμολογία και κακές αντιγραφές

    Πολλές είναι οι λέξεις και κυρίως οι έννοιες που στο πέρασμα του χρόνου πέσαν θύματα παρετυμολογήσεων. Μέχρι ένα σημείο δεν είναι και τόσο τρομερό, αν βέβαια τα λάθη γίναν είτε από άγνοια είτε επειδή πολύ απλά "όποιος δουλεύει κάνει λαθη".
    Το τραγικό όμως είναι όταν όλα αυτά γίνονται με δόλο. Άλλωστε δεν υπάρχει ευκολότερος και σιγουρότερος τρόπος να μεταβάλεις τον τρόπο σκέψης γενεών ολόκληρων, από το να αλλάξεις ολόκληρες έννοιες, προσδίδοντας τους μάλιστα την ακριβώς αντίθετη σημασία.
    Μη ξεχνάμε άλλωστε πως η επιβολή μονοθεϊστικών θρησκειών, πέρα από τις απαραίτητες σφαγές, έγινε με τον παραπάνω τρόπο. Μετέβαλε τα προτερήματα του "αντιπάλου" σε θανάσιμα μειονεκτήματα, πρόσθεσε μπόλικο φόβο, κι άφησε το χρόνο να δουλέψει.
    Σήμερα απλά ζούμε την εποχή του αυτόματου πιλότου, όπου η επιστροφή στις ορθές ερμηνείες και προσεγγίσεις, το απόλυτα φυσιολογικο δηλαδή, φαντάζει εξωτικό, δυσνόητο ακόμα και απίθανο. Ο νεοέλληνας πλέον με τόση πλύση εγκεφάλου έχει σιχαθεί και βγάζει σπυριά αν του μιλήσεις για την παραδοσή του.

Ας προσεγγίσουμε λοιπόν δυο ...απαγορευμένες έννοιες σε αυτή την ανάρτηση. Θα αφήσω το θέμα των εορτών για την επόμενη, μιας και θα πλησιάζουμε στην ...εξωτική εορτή των Ελλήνων (και όχι μόνο) που ονομάζεται "Γέννηση του Τριέσπερου Ηρακλέους/Ανίκητου Ηλίου" ή πιο σύντομα "Ηλιούγεννα".

"Εωσφόρος"
    Στα δωρικά "Αωσφόρος". Μην τρομάζεις αναγνώστη μου. Είναι αυτός που φέρει το πρωί. Ο φέρων το φως. Το αστέρι Αφροδίτη ή αλλιώς ο "Αυγερινός". Πιο ποιητικά "ο υιός της αυγής".
    Τι κακό έχει το φως δεν είχα καταλάβει ποτέ. Μέχρι που η "εκκλησιαστική γλώσσα" το ονόμασε "σατανά" και τότε μου λύθηκε η απορία. Το αστείο είναι βέβαια πως ακόμα και αυτό, έγινε μεταγενέστερα από την εμφάνιση της "εκκλησιαστικής γλώσσας", αφού στην ίδια την Π.Δ. αναφέρεται: "Εωσφόρε υιέ της αυγής" Ησαίας 14:12.
    Η εσκεμμένη παρετυμολόγηση της έννοιας έγινε αργότερα, όταν η εν γραπτώ αίρεση έπρεπε να κάνει τον Έλληνα να μισήσει το "φως" και να μετατραπεί σε νεοέλληνα.
    Ο Εωσφόρος, ο φέρων την Ηώ / αυγή, είναι η θεότητα που προηγείται του άρματος του Ηλίου, και φέρνει το πρωινό φώς πριν ο Ήλιος κάνει την εμφάνισή του.
Υιός της  Ηούς (Αυγής) και του Αστραίου, αδερφός του Έσπερου, πατέρας της Τηλαύγης και του Κήυκος και φωτεινός προάγγελος του ηλιακού φωτός.
     Συμβόλιζε αφενός την λαμπρότητα του πλανήτη Αφροδίτη και αφετέρου την εσώτερη ομορφιά της πλατωνικής Ουρανίας Αφροδίτης. Εωσφόρος επίσης ονομάζεται και ο Προμηθέας ο οποίος έδωσε το Εως/Φως της γνώσης στον άνθρωπο.


"Δαίμων
    Τώρα αν γράψω πως η λέξη αυτή ήταν (και είναι προφανώς) μια από τις πιο ευσεβείς λέξεις, ψέματα δε θα γράψω.Προέρχεται από το ρήμα "δαίω" που σημαίνει "μοιράζω σε καθέναν την τύχη". 
    Μπορεί να μην είχε μορφή Θεού όμως αφορούσε την απροσδιόριστη δύναμη που έχει ο καθένας μας μέσα του. Αυτό που λέμε Μοίρα. Πολλές φορές λέμε να είσαι "ευδαίμονας" και εννοούμε να είσαι καλότυχος κατά κάποια έννοια. Να έχεις καλή μοίρα.   
    Μέχρι που ο δαίμονας έγινε αυτός με τα κερατάκια που κυνηγάει το "καλό", μιας και "καλό" χωρίς "κακό" δε γίνεται. Μια ΙΕΡΗ έννοια των προγόνων μας, μια σεβάσμια λέξη, κεφάλαιο για την Ελληνική Παιδεία, μετατράπηκε έντεχνα σε κάτι αποκρουστικό. Οι λόγοι ευνόητοι.
    Ο "κατα φύλακας δαίμονας" έγινε ο "φύλακας άγγελος", ο καλός άγγελος γίνεται κακό δαιμόνιο, η αγνή Θεότητα των Ελλήνων γίνεται ο μισητός κυνηγός του Γιαχβέ και βέβαια αποκρουστικός στον νεοέλληνα. Εκτός κι αν κάποιος παίχτης της ομάδας του βρίσκεται σε ...δαιμονιώδη φόρμα, οπότε εκεί τα πράγματα αλλάζουν....
Ηράκλειτος “ήθος ανθρώπω δαίμων”  



 

Τετάρτη 28 Νοεμβρίου 2012

Εσθλός σημαίνει...

Δεν υπάρχει καλύτερη συντροφιά από ένα ποιοτικό βιβλίο. Πόσο μάλιστα όταν το βιβλίο αυτό είναι ένα από τα υπέροχα πονήματα του Δημήτρη Λιαντίνη. Μελετώντας για μια ακόμα φορά το "Homo Educandus" θυμήθηκα αυτή την υπέροχη έννοια που περικλείεται στη λέξη "Εσθλός".

Ετυμολογικά προέρχεται από τη ρίζα "ΕΣ", ειμί (εσμί). Όμως σε αυτό το κείμενο σημασία θα δωθεί στη φιλοσοφική και ποιητική του διάσταση. Αυτό πρέπει στην έννοια αυτή.

Τη στιγμή που ένας από τους σημαντικότερους νεώτερους Έλληνες, ένας Ελληνοέλληνας σαν το Δάσκαλο Δημήτρη Λιαντίνη, ασχολήθηκε με την έννοια αυτή, τοποθετώντας τη μάλιστα στη σωστή και κορυφαία βάση της, το μόνο που χρειάζεται είναι απλά να παραθέσω το γραπτό του.

    "Εαν υποτεθεί ότι καθάρισε κάποιος το ιδεώδες του εσθλού από την αρνητική συνοδεία όλων των συναυξητικών του στοιχείων, μπορεί άραγε να το περιγράψει θετικά;
    Τί λογής είναι η ψίχα που μας δίνει τον άρτο - το "ψωμί" του Μακρυγιάννη και το "ψίχαλο" του Σολωμού - εαν κερδίσαμε το σταρόσπυρο, αφού βοτανίσαμε το γέννημα, λιχνίσαμε τα άχυρα, κοσκινίσαμε την ήρα και κρησαρίσαμε τα πίτουρα;
    Τι λογής είναι το φιλέτο του ευγενικού ξύλου της καρυδιάς με τα εβένινα κύματα και τα ανεξίτηλα νερά; Και ποιός πυροφύλακας, προτού γίνει αποκαϊδι το δάσος, μπορεί να περιγράψει το λαμνί της φωτιάς;
    Να ζείς με πλήθουσα τριγύρω σου σιωπή, και τα λόγια σου όταν χρειάζουνται, να πέφτουν μετρημένα σαν τις καμπανιές της Μεγάλης Παρασκευής.
    Να γελάς όταν τα πράγματα γίνουνται απότομα σοβαρά, και στο βουβό σχήμα των προσώπων γράφεται μια πολύ μακρυνή προσδοκία. Έτσι που να φαίνεται ότι υπάρχει το βάθος.
    Και να θλίβεσαι όταν το γελοίο διατρέχοντας όλα τα στάδια της έκφρασής του φτάνει στο αδιέξοδο: ντρέπεται δηλαδή τον ίδιο τον εαυτό του.
    Το ελεγείο που θα γράψεις, όταν πεθάνει το μικρό σου παιδί, μπορεί να 'ναι μεγάλο. Δε μπορεί όμως παρά να 'ναι λευκό. Σαν το μάρμαρο. Ακόμη και ο τίτλος περισσεύει. "Ο Τάφος" λ.χ. που έβαλε ο Σολωμός.
    Να σέβεσαι ένα δέντρο περισσότερο από ένα βιβλίο. Ακόμη κι όταν το τελευταίο είναι οι Ωδές του Κάλβου. Κι αν δεις ένα μικρό μυρμήγκι να τραβάει στη δουλειά του, είναι χρήσιμο να συλλογιστείς ότι το έργο που κάνει δεν είναι μικρότερο από μια σπουδαία αγόρευση του μεγάλου Βενιζέλου στη Βουλή.
    Το δικαστήριο να θυμάσαι πως είναι τόπος, όπου αισθάνεται πολύ αδέξια ο θεός. Γι' αυτό άλλωστε οι άνθρωποι, από κάποιο ένστικτο ενοχής σπρωγμένοι, κάθε φορά που το συγκροτούν, αισθάνουνται την ανάγκη να τον εξορκίζουν.
    Να πίνεις το νερό της πηγής για να ξεδιψάς, και το κρασί του ληνού για να στηλώνεσαι. Δεν είναι ούτε το πρώτο για να χωνεύεις, ούτε το δεύτερο για να μεθάς.
    Τη μέρα των βουλευτικών εκλογών να θυμάσαι δύο πράγματα: το κόμμα που θα ψηφίσεις, και την ιστορία του Κιγκιννάτου.
    Σχετικά με τη στιγμή της ανατολής του ήλιου, αν δεν σου πάει να στραφείς κατά την πλατεία Ασία και να προσευχηθείς, όπως συνήθιζε ο Σωκράτης, να μην ξεχνάς τα τζιτζίκια και τη Σαλώμη. Ότι τότε, αν είναι Ιούλιος και τραγουδούν και τη νύχτα, σταματούν ξαφνικά και όλα μαζί με τα τζιτζίκια. Και ότι τότε, αν είναι Οκτώβριος και έχουν φυσήξει βοριάδες, η φύση γίνεται διάφανη, σα να τίναξε και το τελευταίο της πέπλο.
    Πάντα να τρως την ώρα που λησμόνησες ότι πεινάς. Φτάνει να θυμάσαι πως το τρίτο όργανο που κίνησε την ιστορία, εκτός από το μυαλό και την καρδιά, ήταν η κοιλιά, όπως έλεγε ο Ουγκώ.
    Όνομα - εννοώ τον Ουγκώ - που σου δίνει αφορμή να ανασκάψεις την αρχαϊκή αλήθεια, ότι η μεγάλοι άνθρωποι κάνουν και τα μεγάλα λάθη.
    Την αρραβωνιαστικιά που έχασες, δεν την είχες ποτέ, εάν έστω και για μια στιγμή σε πειράξει η ελπίδα ότι κάποιος Ηρακλής ημπορεί να σου την ξαναφέρει από τον Άδη, όπως εκείνη την αρχαία Άλκηστι:

Και τέλος φθάνω στο γιαλό την αρραβωνιασμένη, 
Την απιθώνω με χαρά, κι ήτανε πεθαμένη.

Με τη λύση αυτή ο Σολωμός αρμένισε στις ίδιες μακρυνές Καραϊβικές του Ευρυπίδη.
    Αναποδογυρίζοντας τη δημώδη πίστη, βεβαίωνε με όρκο ότι η θάλασσα είανι το σταθερότερο πράγμα στον κόσμο, και το πιστότερο κατοικίδιο του ανθρώπου. Ποτέ δεν την γκρεμίζουν οι σεισμοί, και με τα κινήματά της, πάντα σου κάνει νόημα πως ό,τι ήσουν χθες δεν θα 'σαι αύριο.
    Τη γαμήλια νύχτα που θα σμίξεις με τη γυναίκα, για να της γεννήσεις παιδί, να μην ξαστοχήσεις ότι έχουν προσηλωθεί επάνω σας τα εκατομμύρια μάτια του μέλλοντος. Όλα εκείνα τα βλέμματα είναι τα σκοινιά που σε δέσανε, για να σε ανεβάζουν στο φως του ήλιου,

ες φάος ηελίοιο

όταν πια θα 'χεις βουτήξει στο βαθύ πηγάδι της ατελεύτητης ανυπαρξίας σου. Το μυστήριο τούτο στην ψυχολογία το λέμε απλά: ορμή προς διατήρηση του είδους, στην ηθική ακόμα απλούστερα: ευθύνη, και στην αισθητική άναυδα: ομορφιά.
    Και τελευταίο αυτό: Όταν κυττάζεις τα βουνά - τον Ταϋγετο, τον Ακροκόρινθο, το Δρίσκο - και κουβεντολογάς μαζί τους, να μην απορείς ότι δεν σου αποκρίνουνται. Η σιωπή τους είναι τα λόγια όλων εκείνων που τα κύτταξαν πρίν από σένα.
    Αυτό είναι περίπου το ιδεώδες του εσθλού." 

Η αφορμή για την παρούσα ανάρτηση εξηγήθηκε στην αρχή. Η αιτία όμως είναι διαφορετική. Αιτία είναι η ομάδα των ανθρώπων που αποτελούν την κίνηση για τη διάσωση του Ναού της Αφροδίτης στη Θεσσαλονίκη. Η νίκες που πέτυχαν στον τίμιο αγώνα τους πηγάζουν από αυτό το ιδεώδες. Το ιδεώδες του εσθλού. Σε αυτούς αφιερώνεται η παρούσα ανάρτηση. Και κυρίως στον Βασίλη Κρανιώτη που έχω την τιμή να τον νιώθω φίλο μου.






Πέμπτη 15 Νοεμβρίου 2012

Τα Ελληνικά, μια απέραντη παρτιτούρα.



Ο ελληνικός γραπτός λόγος δεν είναι τίποτα άλλο από μια παρτιτούρα. Με νότες καθαρές. Τουλάχιστον έτσι ήταν μέχρι την κατάργηση του πολυτονικού. Μπορεί να αποδώσει κομμάτι ο μουσικός αν του αφαιρέσεις τις υφέσεις και τις διέσεις; Πως λοιπόν να αποδοθεί ορθά το μεγαλείο της γλώσσας μας, χωρίς δασείες, ψιλές και περισπωμένες; Αυτό όμως είναι μεγάλο θέμα και δε θα το αναλύσουμε σήμερα.

Σήμερα θα παρουσιάσουμε λέξεις που κρύβουν ήχους. Λέξεις που και μόνο στο άκουσμα τους, μας προξενούν συγκεκριμένα συναισθήματα. Στοχευόμενες εικόνες και μουσικές. Δείτε μερικές από αυτές και ειλικρινά αναρωτηθείτε αν μπορούν να συναντηθούν σε άλλες γλώσσες. Μην τις διαβάσετε απλά, ακούστε τον ήχο τους.

Βρυχηθμός, Παφλασμός, Ορυμαγδός, Τύρβη, Κελάρυσμα, Στράκα, Λόξυγγας, Κρόταλο, Γρυλισμός, Ζουζούνισμα, Μουκάνισμα, Κόασμα, Γουργούρισμα, Γάβγισμα, Άσθμα, Αλαλαγμός, Σκούξιμο, Στρίγκλισμα.

Μια παρατήρηση για τη λέξη “Λόξυγγας”. Προέρχεται από το “λύγξ” που είναι ο λυγμός (μάταια σύσπαση προς εμετό-που λέει και ο Ιπποκράτης) και το “λάρυγγας”. Η ετυμολογία, μας βοηθά στην ορθογραφία. Επομένως ξεχάστε τα “ι” και τα “γκ” πριν κρατήσετε την αναπνοή σας για 10 δευτερόλεπτα.

Από αυτού του είδους τις λέξεις, μπορούμε να κατανοήσουμε πιο εύκολα ένα βασικό αξίωμα της ελληνικής γλώσσας.
Κάθε συστατικό της, κάθε ρίζα και γράμμα της, είναι τόσο σοφά τοποθετημένα, ώστε να προσδιορίζεται με σαφήνεια η έννοια που θέλει να περιγραφεί, ενώ ταυτόχρονα παράγεται μουσική αρμονία και άριστη μελωδικότητα.
Τα χαρακτηριστικά αυτά υπάρχουν ανεξαιρέτως σε όλα τα ελληνικά λήμματα ασχέτως αν προσδιορίζουν κινήσεις ή ενέργειες που παράγουν ήχο.
Έρρωσθε .

«Άκουγα αυτούς τους ανθρώπους να συζητούν σε μια γλώσσα που ήταν για μένα αρμονική αλλά και ακατάληπτα μουσική. Αυτό το ταξίδι προς την πατρίδα, μητέρα των εννοιών μας, μου απεκάλυπτε έναν άγνωστο πρόγονο, που μιλούσε μια γλώσσα τόσο μακρινή στο παρελθόν, μα οικεία και μόνο από τους ήχους της. Αισθάνθηκα να τα έχω χαμένα, όπως αν μου είχαν πει ένα βράδυ ότι ο αληθινός μου πατέρας ή η αληθινή μου μάνα δεν ήσαν αυτοί που με είχαν αναστήσει».
Ζακ Λακαρριέρ

«Όταν κάποτε φύγω από τούτο το φώς θα ελιχθώ προς τα πάνω, όπως ένα ποταμάκι που μουρμουρίζει. Κι αν τυχόν κάπου ανάμεσα στους γαλάζιους διαδρόμους συναντήσω αγγέλους, θα τους μιλήσω Ελληνικά, επειδή δεν ξέρουνε γλώσσες. Μιλάνε μεταξύ τους με μουσική».
Νικηφόρος Βρεττάκος


Σάββατο 10 Νοεμβρίου 2012

Ας πάρουμε πίσω τα ονόματά μας

Αν η ετυμολόγηση λέξεων της γλώσσας μας έχει μεγάλο ενδιαφέρον, τότε ακόμα μεγαλύτερο έχουν τα ονόματά μας, μιας και προσδίδουν διάφορες ιδιότητες και χαρακτηριστικά σε αυτούς που τα φέρουν. 

Βέβαια, εδώ και αρκετούς αιώνες η εισβολή ξενόφερτων ονομάτων στην ελληνική κοινωνία έχει γίνει συνήθεια. Το μεγαλύτερο ποσοστό αυτών αν όχι όλα, έχουν εβραϊκές ρίζες. Αποτέλεσμα αυτού είναι πολλά ελληνικά ονόματα να έχουν ξεχαστεί και αντί πλειοψηφίας, να θεωρούνται σπάνια. Παραδείγματα γνωστών εβραϊκών ονομάτων είναι ο "Ιωάννης" (προέρχεται από το εβραϊκό όνομα Γιεχόαναν ή Γιοάναν), ο "Ηλίας" (προέρχεται από το εβραϊκό όνομα Ελίγιαχου), ο "Ιάκωβος" (από το Γιαακόβ) κ.α.
Είναι πραγματικά λυπηρό, ελληνικά ονόματα όπως τα παρακάτω να μένουν χωμένα βαθιά στο ντουλάπι της ιστορίας μας.


Αγησίλαος (άγω+λαός) ...ο ικανός ηγέτης .
Ανδροκλής (ανήρ+κλέος) ...ο ένδοξος.
Δηϊδάμεια (δήϊος:εχθρός+δαμάζω) ...η νικήτρια των εχθρών.
Διογένης (Ζευς+γένος) ...ο Θεογένητος.
Επαμεινώνδας (επί+άμεινον) ...ο προοδευτικός.
Ευρυσθένης (ευρύς+σθένος) ...ο καρτερικότατος.
Ηλέκτρα (ηλέκτωρ:ο ακτινοβολών ήλιος) ...η ακτινοβολούσα από χάρη.
Θρασύβουλος (θρασύς+βουλεύομαι) ...ο τολμηρά σκεπτόμενος.
Ίων (ίον:άνθος) ...ο μενεξεδένιος.
Ιφιγένεια (ίφι:ισχυρά+γίγνομαι) ...η πολύ ισχυρή.
Καλλιόπη (κάλλος+ωψ:οφθαλμός) ...η έχουσα ωραία μάτια.
Καλλιρρόη (καλώς+ρέω) ...η δροσερή ως καθαρό νερό.
Οδυσσεύς (οδύσσομαι:διώκομαι) ...ο διωκόμενος υπό των Θεών.
Ορέστης (όρος+ίσταμαι) ...ο ορεσίβιος.
Πολυδεύκης (πολύ+δεύκος:γλεύκος) ...ο πολύ γλυκός
Πηνελόπη (πήνη:υφάδι+λέπω:εκτυλίσσω) ...η καλλιτέχνις υφάντρια.
Ναυσικά (ναυς+καίνυμαι:υμνούμαι) ...η υμνούμενη από τους ναυτικούς.
Φιλομήλα (φιλώ+μέλος) ...η φιλόμουσος, η φίλη της αρμονίας.

Ευχόμενος κάποια στιγμή τα ελληνικά κύρια ονόματα να γίνουν σύνηθες φαινόμενο, θα μου επιτρέψετε την παρούσα δημοσίευση να την αφιερώσω στη Γεωργία και τον Ξενοφώντα, ως ελάχιστη ανταπόδοση στην πανέμορφη τελετή ονοματοδοσίας του υπογράφοντος.




Τρίτη 6 Νοεμβρίου 2012

Λέξεις που λάμπουν

Οι Άγγλοι το γράφουν "brilliant", οι Ιταλοί "brillare" και καμμιά γυναίκα δε λέει όχι σε ένα μπριγιάν.
Είτε λοιπόν θέλουν να περιγράψουν την εξυπνάδα κάποιου και τη λάμψη της σκέψης του, είτε θέλουν να επισημάνουν πως κάτι γυαλίζει τότε χρησιμοποιούν παράγωγα του λατινικού "berillus".
Τι είναι όμως αυτό το "berillus"
Μα φυσικά η βήρυλλος. Λίθος γαλαζοπράσινου χρώματος και μάλιστα με μεγάλη αξία. Το μπριλάντι.
Πολλές φορές το μπριλάντι οι τεχνίτες κοσμημάτων το αποκαλούν "ο στιλβαδάμας".
Μια ακόμα όμορφη λέξη με δυο εξίσου πανέμορφα συστατικά. Τη Στίλβη και τον αδάμαντα. 
Ας πούμε μερικά πράγματα γι' αυτά.

Η Στίλβη υπήρξε κόρη του ποτάμιου Θεού Πηνειού και της Νύμφης Κρέουσας. Μαζί με την Τρίκκη και τη Δάφνη αποτελούσαν τις λεγόμενες Πηνειάδες Νύμφες. Όταν ζευγάρωσε με το Θεό Απόλλωνα απέκτησε δυο τέκνα. Τον Κένταυρο και τον Λαπίθη. 
Ετυμολογικά προέρχεται από το ρήμα "στίλβω" που σημαίνει φυσικά "λάμπω".

Ξεγλυστρώντας από τα χέρια των Νυμφών επιστρέφω στον "αδάμαντα". Το γνωστό μας διαμάντι.
Προέρχεται από το στερητικό "" και το "δαμάζω". Ο λόγος η μεγάλη του σκληρότητα. Οι γλύπτες ονόμαζαν όλα τα πολύ σκληρά πετρώματα "αδάμαντες", μιας και ήταν αδύνατη η επεξεργασία τους. Ο όρος δεν αφορούσε μόνο το συγκεκριμένο πέτρωμα με την τεράστια αξία.

Την επόμενη φορά που θα προσφέρετε κόσμημα με ...διαμάντι σε μια κυρία, δε χρειάζεται να ξοδέψετε μια περιουσία. Θα σας το πετάξει στα μούτρα αλλά τουλάχιστον ετυμολογικά θα είστε ειλικρινής!!!




Τρίτη 30 Οκτωβρίου 2012

Το ...βλέπουμε, αλλά το γράφουμε λάθος.

Η ετυμολόγηση μιας λέξης άρα μιας έννοιας, μας βοηθά στο να τη γράψουμε ορθά. Πολλές φορές όμως γράφουμε χωρίς να σκεφτόμαστε είτε γιατί δεν έχουμε μάθει να το κάνουμε είτε γιατί οι ίδιοι οι δάσκαλοι, μας υπέδειξαν λανθασμένη γραφή. Προφανώς από άγνοια τους.
Παρατηρώ πως σε ένα ποσοστό που αγγίζει το 98%, η ορθογραφία του ρήματος που σημαίνει "βλέπω", "παρατηρώ" είναι λανθασμένη.
Δε μπορώ να κατανοήσω γιατί θα πρέπει να επιμένουν οι φιλόλογοι στο ρήμα "κοιτάζω", όταν θέλουν να καταγράψουν την έννοια της παρατήρησης. Δε μπορώ να κατανοήσω γιατί το ποσοστό που ανέφερα παραπάνω, συνεχίζει να ανορθογραφεί.

Το ρήμα "κοιτάζω" προέρχεται από την "κοίτη". Σημαίνει πως "βάλλω εις την κλίνη". Πιο απλά πως πέφτω να κοιμηθώ, πως πλαγιάζω, πως κατακλίνομαι. Όταν ρωτάμε "πού κοιτάζεις;" είναι σαφές πως θα πρέπει να ρωτάμε για το πού κοιμάται κάποιος ή ακόμα και μεταφορικά για το πού διαμένει.
Από το παραπάνω ρήμα προέρχονται τα :  "κοιτασία" (συνοίκηση), "κοιτώνας" (δωμάτιο ύπνου), "κοίτασμα", "κοιτάμενος" (κλινήρης).

Όταν θέλουμε να ορθογραφήσουμε το ρήμα που σημαίνει "βλέπω" και "παρατηρώ", τότε γράφουμε "κυττάζω".
Το ρήμα αυτό προέρχεται από το "κυπτάζω", που σημαίνει περιεργάζομαι κάτι, εξετάζω από κοντά και ερευνώ με λεπτομέρεια. Στη Λυσιστράτη ο Αριστοφάνης γράφει : "Τι κυπτάζεις έχων περί την θύραν;"

Είναι σαφές πως η παρατήρηση ενός αντικειμένου από κοντά, έχει περισσότερη σχέση από την ενέργεια του να πέσω να κοιμηθώ, όταν θέλουμε να ορθογραφήσουμε το ρήμα της παρατήρησης.

Είναι στο χέρι μας να κρατήσουμε ζωντανή τη γλώσσα. Ετυμολογία σημαίνει ορθή γραφή. Σημαίνει αρμονία. Είναι στο χέρι μας να σταματήσουμε να φαλτσάρουμε.


Πέμπτη 25 Οκτωβρίου 2012

Ελληνική γλώσσα..Η βάση και η κορυφή της πυραμίδας

Χιλιάδες είναι τα λήμματα τα οποία δανείστηκαν οι ξένες γλώσσες από την Ελληνική.
Πότε απ' ευθείας και πότε μέσω της λατινικής. Πάμε να δούμε μερικά που έχουν ενδιαφέρον.

Η λέξη "milk" στα αγγλικά χρησιμοποιείται και ως ρήμα και ως ουσιαστικό. Εκφράζει το "γάλα" αλλά και το "άρμεγμα". Από που προήλθε όμως; Από το λατινικό ρήμα "mulgeo" που σημαίνει "αρμέγω". Το ρήμα αυτό φυσικά η λατινική το δανείστηκε από το ελληνικό "αμέλγω" (ρίζα ΜΕΛΓ και προθεματικό το "α")
Βέβαια πολλές φορές χρησιμοποιούμε την έκφραση "με άρμεξε" εννοώντας ότι κάποιος μου πήρε πολλά χρήματα, "με έγδυσε" στην αργκό. Δε χρειάζεται να νιώθουμε παράξενα γι αυτό, μιας και πρώτος διδάξας της έφρασης αυτής είναι ο ίδιος ο Αριστοφάνης στους Ιππείς.

Πάντα είχα απορία γιατί οι Άγγλοι στη λέξη "Know" έχουν αυτό το άηχο "K" μπροστά. Το ρήμα αυτό λοιπόν, προήλθε από το αρχαιότερο τους "cnawan" το οποίο σε παρελθοντικό χρόνο έχει τη μορφή "cneow". Αντίστοιχα στα γερμανικά "knoeanan". Ρίχνοντας μια ματιά στην προέλευση οδηγούμαστε στο λατινικο "gnosere" που φυσικά δανείστηκε την ελληνική ρίζα "gno-" (γνώση, γιγνώσκω κτλ.).

Τέλος, για να μη θίξω τους φίλους μου τους Ιταλούς αλλά και γιατί είμαι μακαρονάς, ας ρίξω μια ματιά στη λέξη "μακαρόνι".
Στη νότια Ιταλία ήταν σύνηθες κυρίως μετά από κηδείες να σερβίρεται ένα φαγητό παρασκευασμένο από κριθάρι. Αυτό ονομαζόταν "μακαρία". Είναι λοιπόν σαφές ότι :  makaria - maccare - macceroni - macaroni. Νόστιμα φαγητά, όμορφα έθιμα στην ελληνική νότια Ιταλία εκείνης της εποχής. Το έθιμο κρατά ακόμα στη χώρα μας μετά από κηδείες, μιας και προσφέρεται γεύμα για να τιμηθεί ο μακαρίτης, το οποίο ονομάζεται μακαριά.




Τετάρτη 24 Οκτωβρίου 2012

Η γλώσσα μας είναι αδιαίρετη

Το να ξεχωρίζουμε τη γλώσσα μας σε Αρχαία και Νέα Ελληνικά είναι σύνηθες αλλά και λανθασμένο.
Η γλώσσα μας είναι συνεχής και αδιαίρετη. Μπορεί να έχουμε ξεχάσει τις ρίζες της αλλά ακούσια τις χρησιμοποιούμε καθημερινά. Ας δούμε μερικά παραδείγματα.

Τη γη δε την ονομάζουμε σήμερα ούτε χθών ούτε άρουρα. Συνεχίζουμε να λέμε όμως αρουραίος, υποχθόνιος και αυτόχθονες.

Το δείπνο μας δεν το αποκαλούμε δόρπον αλλά κανείς δε λέει όχι σε ένα επιδόρπιο.

Μπορεί το πρώτο μας φιλί να μην το αποκαλέσαμε κύσα. Όταν όμως σκύψαμε να φιλήσουμε το χέρι μιας κυρίας, σίγουρα προσκυνήσαμε. Στα αγγλικά είναι πιο προφανές μιας και αποκαλείται Kiss αλλά και στα γερμανικά Kussen.

Σίγουρα στο κρεβάτι μας περνάμε αρκετή ώρα χωρίς να το αποκαλούμε λέκτρον ή λέχος. Όσες γίναν μανούλες όμως για αρκετές μέρες υπήρξαν λεχώνες.

Πηγαίνετε θαμά σε μια καφετέρια; Πηγαίνετε συχνά; Είστε θαμώνες της τότε.

Κι όταν περνά μια όμορφη γυναίκα ή άντρας δίπλα σας μένετε χωρίς αυδή. Άναυδοι, χωρίς φωνή. 

Τέλος αν αναρωτιέστε ποιό είναι το "χειρότερο" όνομα για μια γυναίκα τότε αυτό πρέπει να είναι το "Αλεξάνδρα". Αν και το ρήμα "αλέξω", το οποίο σημαίνει αποκρούω,είναι ξεχασμένο σήμερα, ακόμα χρησιμοποιούμε το αλεξίσφαιρο και το αλεξικέραυνο. Αυτό που αποκρούει τη σφαίρα και τον κεραυνό δηλαδή. Φαντάζεστε τώρα γιατί δεν είναι και τόσο όμορφο για μια γυναίκα το όνομα "Άλεξάνδρα";


Τρίτη 23 Οκτωβρίου 2012

Γραικός ναι, Γραικύλος όχι

Τα Εθνικά μας ονόματα είναι τρία. ΠΕΛΑΣΓΟΙ, ΕΛΛΗΝΕΣ ΚΑΙ ΓΡΑΙΚΟΙ.
Δεν πρέπει να μας ενοχλεί, όταν η χώρα μας αποκαλείται Greece. Αρκεί να μη συμπεριφερόμαστε ως Γραικύλοι.

Κατά τον Ησίοδο, ο Γραικός υπήρξε υιός του Δία και της Πανδώρας.
Το όνομα ετυμολογείται από το "γεραιός", εκ του "γη" και "ρέω".
Γεραιός--Γραιός--Γραικός, και έχει τη σημασία του αυτόχθονα και μάλιστα του παλαιού.
Στο Πάριο Χρονικό αναφέρεται : «πρώτον μεν Γραικοί νυν δε Έλληνες».
Ο Αριστοτέλης δε, στο C352 των Μετεωρολογικών αναφέρει ρητά πως την ονομασία Γραικοί φέραν οι Έλληνες της Δωδώνης :  «ώκουν οι Σελλοί και οι καλούμενοι τότε μεν Γραικοί, νυν δε Έλληνες».

Οι πρόγονοί μας ονομάζονταν Γραικοί. Κι από ένα Γραικό που ονομαζόταν Έλλην (όπως θα δούμε σε μελλοντική ανάρτηση) πήραν οι Έλληνες το όνομα.

Βλέπουμε λοιπόν, πως το να αποκαλούμαστε Γραικοί είναι φυσιολογικό. 
Ο όρος "Γραικύλος" όμως, δώθηκε για να περιγράψει τον ξεπεσμένο, δουλοπρεπή και προσκυνημένο νεοέλληνα. Κάλο θα είναι να μην τον επιβεβαιώνουμε καθημερινά με τις πράξεις μας.

Εν κατακλείδι 
Κι ο Καραΐσκος φώναξε κι ο Καραΐσκος λέει :
-Έλληνες μην κιοτέψετε, παιδιά μη φοβηθείτε
και πάρ᾿ το γιούχα η Τουρκιά κι έρθει να μας χαλάσει.
Σαν Έλληνες βαστάξετε και σα Γραικοί σταθείτε.
Πάτε κι’ εσείς και’ η πίστη σας, μουρτάτες να χαθήτε,
εγώ Γραικός γεννήθηκα, Γραικός θελ’ απεθάνω.